παρεμβαλεῖ

παρεμβαλεῖ
παρεμβάλλω
put in beside
fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic)
παρεμβάλλω
put in beside
fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • опълчитисѧ — ОПЪЛЧ|ИТИСѦ (25), ОУСѦ, ИТЬСѦ гл. 1.Вооружиться, подготовиться к сражению: и пакы ополчиша(с) сн҃ве из҃лви. и придоша на племѧ веньамине. Пал 1406, 182б; | образн.: и ѡпълъчитьсѧ ан҃глъ || гд҃нь ѡкр҃стъ бо˫ащихъсѧ ѥго избавить ˫а. (παρεμβαλεῖ)… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • ατομική στήλη — Συσκευή κατάλληλη για τη χρησιμοποίηση της ενέργειας που εκλύεται από τη σχάση βαρέων στοιχείων. Αυτό γίνεται με την κατάλληλη επιβράδυνση της εξέλιξης της αντίδρασης (βλ. λ. πυρήνας ατομικός). Γενικότερα αυτές οι συσκευές λέγονται πυρηνικοί… …   Dictionary of Greek

  • Χάιδν, Φραντς Γιόζεφ — (Haydn, Ρόραου, Κάτω Αυστρία 1732 – Βιέννη 1809). Ορθή προφορά: Χάιντν. Αυστριακός συνθέτης. Η παιδική ζωή του X. –ο οποίος στην ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού αναγνωρίστηκε αργότερα ως πατέρας της νεότερης μουσικής– έφερε τη σφραγίδα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”